Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ «ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ»
ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ Γ. ΒΙΖΥΗΝΟΥ

Η αναλυτική και ερμηνευτική λογική της Ψυχανάλυσης (Θ. Τζούλης 1988) γοητεύεται και προκαλείται από το βεβαρημένο ψυχικό υπόστρωμα της παιδικής ηλικίας του συγγραφέα. Εστιάζει το ενδιαφέρον της στην ιδιόμορφη παρουσία της γυναικείας φιγούρας και ψάχνει για αντιστοιχίες και αναλογίες ανάμεσα στη ζωή του και στο λογοτεχνικό του έργο. Στο «αμάρτημα της μητρός μου» η μητρική φιγούρα (μορφοείδωλο) εμφανίζεται ως αντικείμενο με πολλαπλές και αντιφατικές όψεις, άλλοτε ως αντικείμενο αγάπης και μίσους, άλλοτε καταδίκης και αθώωσης, άλλοτε αποδοχής και απόρριψης. Μια τέτοια μητρική παρουσία συνθέτει και αναδεικνύει ένα ιδιόμορφο ψυχικό κόσμο για τον ήρωα-συγγραφέα και ένα προφίλ ψυχολογικά ευάλωτο στις γυναικείες φιγούρες. Οι τελευταίες δεν φαίνεται να καταγράφονται στα κείμενα του συγγραφέα πλην αυτής της μητρικής εικόνας. Απουσιάζουν αναφορές για το πατρικό μορφοείδωλο. Το διήγημα «Το μόνο της ζωής του ταξείδιον» μπορεί να διαβαστεί ως η ματαίωση και η αποτυχία της προσπάθειας για υποκατάσταση της πατρικής φιγούρας με το πρόσωπο του παππού. Η πανταχού παρουσία της πανίσχυρης φαλλικής φιγούρας της γυναίκας του παππού ακυρώνει το πατρικό μοντέλο . Ακόμα και η προσπάθεια του συγγραφέα να βρει προστασία στα πρόσωπα του Γ. Ζαρίφη, του Γ. Χασιώτη και του Ηλία Τανταλίδη θεωρείται ως ένα είδος καθυστερημένης υιοθεσίας.
Η ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Γ.ΒΙΖΥΗΝΟΥ
Ξεκινώντας να θυμηθούμε ότι στην αρχαία τραγωδία τραγικό είναι το πρόσωπο που συγκρούεται με δυνάμεις υπέρτερες του εαυτού του ( όπως η μοίρα , ο θάνατος, η θεϊκή δικαιοσύνη, οι ενοχές, οι εσωτερικές συγκρούσεις...)
Στο έργο του Βιζυηνού κυριαρχεί μια τραγική, σκοτεινή μοίρα. Κανένα κείμενό του δεν έχει happy end, κανένας ήρωάς του δεν είναι ευτυχισμένος. Ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος γράφει: "O Βιζυηνός είναι ένας θλιμμένος ή πικραμένος πεζογράφος". ("Οι μύθοι της ζωής και του έργου του Γ. Βιζυηνού", 1992, σελ. 155). "Υπάρχει ακόμη ένα αίσθημα θανάτου, συγκρατημένης απελπισίας και πικρής διάψευσης..." (ο.π. 156). Την παρουσία του θανάτου, "βίαιου και άδικου", σημειώνει σαν leit-motiv του έργου και ο Μουλλάς: "..ό,τι σημαδεύει ανεξίτηλα τα διηγήματα του Βιζυηνού είναι μια μνήμη ώριμη να συνθέσει την 'Νέκυϊά' της, επιστρέφοντας διαρκώς σ' ένα παρελθόν σφραγισμένο με την παρουσία του θανάτου". Και παρακάτω: "Αυτή την παρουσία του θανάτου θα την βρούμε ακόμα και στους τίτλους των τριών από τα έξη διηγήματα του Βιζυηνού".
Η τραγικότητα στο “Αμάρτημα της μητρός μου”
Το στοιχείο της τραγικότητας είναι εντονότατο στο διήγημα, ένα διήγημα το οποίο χαρακτηρίζεται για το ψυχογραφικό του χαρακτήρα, την έντονη δραματικότητα την σχεδόν επιστημονική διείσδυση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής.
Ο ακούσιος φόνος του μωρού της Δεσποινιώς( το πρώτο αμάρτημα στον ιστορικό χρόνο ) είναι το γεγονός το οποίο θα την καταστήσει εξ’ αρχής τραγικό πρόσωπο, μιας που η μοίρα την πλήττει με ένα οδυνηρότατο πλήγμα, το οποίο εκείνη ποτέ δε θα μπορέσει να ξεπεράσει. Το γεγονός του θανάτου του παιδιού της είναι από του τραγικό, αφού φέρνει τη μητέρα αντιμέτωπη με συμβάν αναπότρεπτο και δραματικό, το οποίο οι ψυχικές της δυνάμεις φαίνονται ανεπαρκείς να το αντιμετωπίσουν. Η “ύβρις” και η “τίσις” ορθώνονται μπροστά στα μάτια της, μιας που πιστεύει ότι η θεϊκή δικαιοσύνη λειτουργεί εκδικητικά : Ύβρις, αφού ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια σαν μητέρα και ήπιε, χόρεψε, μέθυσε και η Τίσις, ως τιμωρία, με τον ακούσιο φόνο.
Το συναίσθημα της οδύνης και της ενοχής κυριεύει μετά από αυτό για πάντα τη ψυχή της, μέσα της παλεύει με διλήμματα που την οδηγούν σε τρομερές εσωτερικές συγκρούσεις, οι οποίες θα φανούν όταν αρρωστήσει και το δεύτερο κοριτσάκι, η Αννιώ, που γέννησε μετά το θάνατο του πρώτου παιδιού. Οι ενοχές της είναι πάνω από οποιαδήποτε άλλη λογική η συναίσθημα. Το τραγικό παιχνίδι της μοίρας, με την οποία συγκρούεται για άλλη μια φορά, την φέρνει μπροστά στη προοπτική της απώλειας, και του δεύτερου κοριτσιού της, την οποία η μητέρα θεωρεί θεϊκή τιμωρία. Αδιαφορεί εντελώς για τα άλλα παιδιά της, πληγώνοντας τα με τη στέρηση της μητρικής στοργής που εκείνα χρειάζονται. Διχάζεται τραγικά ανάμεσα σ’ αυτό που ξέρει πως έχει χρέος να κάνει ( αγάπη κ’ φροντίδα για τα άλλα παιδιά ) και σ’ αυτό από το οποίο ακούσια, δεν μπορεί να ξεφύγει : την επιλεκτική, σχεδόν ¨ψυχωτική¨ , εμμονή, στη φροντίδα της άρρωστης Αννιώς. Μέσα από αυτή τη στάση της διαβλέπουμε την τραγική αντιφατικότητα της ανθρώπινης φύσης που πάντα παλεύει με δυνάμεις υπέρτερές της, με επιλογές και στάσεις ζωής που δεν μπορεί να αξιολογήσει ή να ιεραρχήσει εδώ η μητέρα ξέρει πολύ καλά ποιο είναι το καθήκον της, όμως είναι πάνω από τις δυνάμεις της να το επιτελέσει. Ο εσωτερικός αυτός διχασμός εντείνει τη τραγικότητά της. Η συντριβή και η ενοχή είναι το μόνιμο ψυχικό κλίμα της μητέρας, ενοχή διπλή και για τον ακούσιο φόνο του πρώτου μωρού και για την παραμέληση των άλλων παιδιών, η οποία αποτελεί ουσιαστικά ένα δεύτερο «Αμάρτημα» μετά το πρώτο.
Αυτή η τραγική σύγκρουση και η πάλη της μητέρας προς τη μοίρα και τη θεία δικαιοσύνη έρχεται να μεταδώσει την τραγικότητα και στο μικρό Γιωργή. Ο μικρός γίνεται και αυτός τραγικό πρόσωπο αφού ταλαντεύεται ανάμεσα σε συγκρούσεις και διλήμματα: βλέπει τη μητέρα του να του στερεί την φροντίδα της όταν αρρωσταίνει η Αννιώ, ζηλεύει, αλλά νιώθει ενοχές γι’ αυτό -ξέρει πως πρέπει να δέχεται αγόγγυστα την ιδιαίτερη αγάπη της μητέρας του προς την άρρωστη μικρή αδελφή του- αυτό όμως δεν τον εμποδίζει από το να ζηλεύει, κάτι απόλυτα φυσικό για ένα μικρό παιδί. Οι συνεχείς εκφράσεις κατανόησης για τη μητέρα του ή στοργής προς την άρρωστη αδελφή του (που είναι δείγματα ενοχοποιημένου ψυχισμού), δεν τον εμποδίζουν να δηλώσει απερίφραστα το παράπονό του. Ο μικρός Γιώργης τραυματίζεται θανάσιμα από την προσευχή της μητέρας του (" χάρισέ μου το κορίτσι") και βεβαιώνεται ότι η μητέρα του δεν τον αγαπά! Συγχρόνως νιώθει τον θάνατο να τον καταδιώκει, «οι οδόντες του συνεκρούοντο υπό του τρόμου»...
Και η κορύφωση της τραγικότητας και των δυο προσώπων, στις τελευταίες στιγμές πριν το θάνατο της Αννιώς: ο μικρός Γιωργής με μια προσευχή – εκδίκηση, αναιρεί την προσευχή της στην εκκλησιά «παρακαλεί το θεό να πάρει εκείνον αντί για την Αννιώ κορυφώνοντας και τη δική του οδύνη και αυτήν της μητέρας του…
ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟ "ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ"
Παρακάτω δίνεται ένα κείμενο για παράλληλη ανάγνωση με το «Αμάρτημα της μητρός μου». Είναι από τη «ΜΕΓΑΛΗ ΧΙΜΑΙΡΑ» του Μ. Καραγάτση, του αγαπημένου συγγραφέα των εφηβικών μου χρόνων…
ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Μ. Καραγάτση: «Η μεγάλη Χίμαιρα
Να συγκρίνετε «το αμάρτημα της μητρός μου» ( το απόσπασμα με την εγκιβωτισμένη αφήγηση του ακούσιου φόνου απο τη Δεσποινιώ ) με το απόσπασμα από τη «Μεγάλη Χίμαιρα» που ακολουθεί:
(Η Μαρίνα Ρεΐζη ζει στη Σύρα, στο αρχοντικό της πεθεράς της, μαζί με την πεντάχρονη κόρη της Αννούλα, ενώ ο άντρας της ταξιδεύει. Παρασυρμένη από τις ανεκπλήρωτες ερωτικές της επιθυμίες, ένα βράδυ φεύγει κρυφά από το αρχοντικό και επιστρέφει τα ξημερώματα, αναζητώντας ερωτική συντροφιά. Το ίδιο βράδυ η κορούλα της πηγαίνει στο δωμάτιο της και μιας και δεν την βρίσκει εκεί, περιμένοντας τη, κοιμάται στην πολυθρόνα μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο … Ο παγωμένος χειμωνιάτικος αέρας θα αρρωστήσει με πνευμονία τη μικρή, η οποία τελικά θα πεθάνει ,την ίδια βραδιά που η Μαρίνα θα συναντηθεί ερωτικά με τον Μηνά, τον αδελφό του άντρα της… Η πεθερά της Μαρίνας και γιαγιά της μικρής, η Ρεΐζαινα αναλαμβάνει το ρόλο του κριτή – τιμητή για τη νύφη της.
(Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από τη μοιραία νύχτα…)
Γονάτισε πλάι στην πολυθρόνα. Τα ανήσυχα χέρια της έψαξαν το μικρό κορμί. Φλεγόταν στον πυρετό .Αννούλα! Είπε ξανά. Η φωνή της είχε κάτι απ’ τον ρόγχο της αγωνίας. Τράνταξε νευρικά τη μικρή, θέλοντας να την ξυπνήσει. Μα το παιδί ήταν πεσμένο σε βύθος. Ανασηκώθηκε και κοίταξε ολόγυρα με μάτια αλαλιασμένα, σα να μην ήξερε τι να κάνη σα να γύρευε βοήθεια από τα άψυχα και τα’ ανύπαρχτα. Και με μιας, έτρεξε στην πόρτα την άνοιξε και φώναξε: Μητέρα! Μητέρα!
Στο βάθος του διαδρόμου άνοιξε μια άλλη πόρτα. Η φωνή της Ρεΐζαινας αντήχησε ανήσυχη! Τι τρέχει;
Ελάτε γρήγορε. Η Αννούλα δεν είναι καλά!
Η γριά πρόστρεξε όπως είχε σηκωθεί απ’ το κρεβάτι, με τη μακριά μαύρη της πουκαμίσα.
Τι τρέχει; Τι έχει το παιδί;
Έκανε να πάει κατά την πολυθρόνα, όπου η Αννούλα κειτόταν βουλιαγμένη στο λήθαργο του πυρετού. Κι άξαφνα κοντοστάθηκε. Το σκληρό, το μαύρο μάτι της έφερε ένα γύρο την κάμαρα. Είδε, πάνω στο ανακατεμένο κρεβάτι, το αδιάβροχο και το μπερέ. Είδε τη Μαρίνα ντυμένη με ρούχα τσαλακωμένα, με μορφή ξαγρυπνισμένη και στραπατσαρισμένη. Είδε την εγγονούλα της με τα μασκαράτικα, κοιμισμένη στην πολυθρόνα, δίπλα στ’ ανοιχτό παράθυρο.
Δεν ξεστόμισε λόγο. Η μορφή της ήταν τώρα παγωμένη, σκληρή, λες και χοντροπελεκημένη σε γρανίτη. Έσκυψε και με χέρια που έτρεμαν από λαχτάρα έπιασε το κοιμισμένο παιδί, το ανασήκωσε, το ‘σφίξε στο ξερό της στέρνο. Και δίχως να ρίξει μια ματιά στη νύφη της, βγήκε απ’ την κάμαρα .Η Μαρίνα απόμεινε ακίνητη, παγωμένη. Με μάτι λαφιασμένο είδε τη μαύρη σκιά να χάνεται στο μισοσκόταδο του διαδρόμου, με την Αννούλα στην αγκαλιά. Και κατάλαβε πως το παιδί της έφυγε για πάντα… Το παιδί μου! Στριγγλίζει η Μαρίνα. Το παιδί μου! Αρπάζει το νεκρό κορμί, το πασπατεύει, το αγκαλιάζει, το κοιτάει με μάτια ξέφρενα. Δε θέλει να πιστέψη. Δεν μπορεί…
Τι το κοιτάς; σαρκάζει η γριά. Είναι πεθαμένο το παιδί σου!
Η Μαρίνα σωπαίνει. Κρατάει το μικρό πτώμα πάνω στο γυμνό της στήθος, με χέρια ξυλιασμένα. Κοιτάει πέρα, πουθενά, με μάτι γυμνό από φρόνηση. Τότε η Ρεΐζαινα σκύβει και πλησιάζει το πρόσωπο του Μηνά, που κοιτόταν ασάλευτος κι ανέκφραστος, σα χτυπημένος από κεραυνό. Τον κοιτάει στα μάτια, με μάτια που σπαράζουν από σιχασιά, από μίσος. Και σουρώνοντας τα γέρικα χείλη της, τον φτύνει κατάμουτρα.
Φτού σου! Άτιμε! Αναστήλωσε ξανά το κορμί της. Ανάσανε με λυτρωμό. Και στητή, και μεγαλόπρεπη, και φοβερή βγήκε απ’ την κάμαρα.(......)
Τη θάψανε το απόγευμα. Ήταν μια μέρα χλιαρή κι ηλιόλουστη. Ο Σορόκος, αφού μάνιασε κοντά ως το μεσημέρι, γύρισε σε Απηλιώτη μαλακό και γλυκό, που ‘δίωξε τα σύννεφα. Η θάλασσα ξαπλωνόνταν βαθυγάλανη και μόλις ανήσυχη…
ΣΧΗΜΑΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ…
Στο "Αμάρτημα" μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της μητέρας δίνεται η εξομολόγηση του ακούσιου φόνου. Έτσι ο αναγνώστης νιώθει να συμμετέχει στα δρώμενα και συμπάσχει με τη μητέρα. Η αφήγηση είναι ρεαλιστική, χωρίς εξάρσεις συναισθηματικές κ’ υπερβολές. Λιτός και παραστατικός ο λόγος της μητέρας περιγράφει τη σκηνή του ακούσιου φόνου με κάθε λεπτομέρεια, αποδίδοντας και τους διάλογους που διαμείφθηκαν ώστε να μπει ο αναγνώστης και να γίνει πιο ζωντανή η αφήγηση (αλλά και ο αφηγητής Γιωργής) στο κλίμα του τραγικού περιστατικού («Το πλάκωσες γυναίκα, το παιδί μου – είπεν ο πατέρας σου…)
στη «Μεγάλη Χίμαιρα» η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, ο αφηγητής είναι αμέτοχος στα δρώμενα και έτσι μπορεί και περιγράφει τις κινήσεις, τις σκέψεις, τις αντιδράσεις όλων των ηρώων του. Η χρήση του διαλόγου έρχεται και εδώ για να κάνει πιο ζωντανή την αφήγηση. Η αγωνία της μάνας, της Μαρίνας περιγράφεται εδώ με περισσότερη συναισθηματική ένταση. «Η φωνή της είχε κάτι από το ρόγχο της αγωνίας
Τα συναισθήματα και οι ψυχικές εξάρσεις δίνονται με ακρίβεια μέσα από τις περιγραφές του συγγραφέα καταλήγοντας σε τραγικές κορυφώσεις (που δεν έχουν το μέτρο και την απλότητα του Βιζυηνού): «Τι το κοιτάς; Είναι πεθαμένο το παιδί σου…»
"ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ"
Ακολουθεί συνοπτική ανάλυση του διηγήματος ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ, βασισμένη στη παρουσίαση που έκανε η κ. Αγάθη Γεωργιάδου σε σεμινάριο Φιλολόγων στη Πάτρα το Δεκέμβριο του 2006
Το αμάρτημα της μητρός μου

Βασικό θέμα: ο θάνατος.
Δομικός άξονας : η ασθένεια της Αννιώς και οι μάταιες προσπάθειες της μητέρας να τη σώσει, για να εξιλεωθεί από μια κρυφή αμαρτία.
Θεματικός πυρήνας : το συναίσθημα ενοχής της μητέρας και η επίδραση που είχε στον ψυχισμό του αφηγητή .

Το βιωματικό υλικό
• Τα οικογενειακά ονόματα (Δεσποινιώ Μηχαλιέσα, Αννιώ, Γιωργής, Μιχαλιός, Χρηστάκης)
• Ο θάνατος του πατέρα και της Αννιώς
• Η παραμονή του αφηγητή στην Πόλη
• Το ταξίδι του στην Κύπρο
• Η δεύτερη μετάβασή του στην Πόλη

Η αφηγηματική προοπτική
Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» η δομή είναι κυκλική, όπως και σε όλα τα διηγήματα του Βιζυηνού: αναπτύσσεται γύρω από ένα αίνιγμα που προτείνεται στον τίτλο και το οποίο λύνεται στο τέλος (π.χ. Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου) κρατώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο μέχρι τέλους.

Η ιδιοτυπία της αφήγησης
Σύμφωνα με την κλασική αφηγηματική πλοκή, ο μύθος ακολουθεί τρία στάδια:
• τη δέση
• την κορύφωση
• τη λύση
Στο συγκεκριμένο διήγημα δεν έχουμε μονοκεντρισμό της πλοκής, αλλά έκταση της αφήγησης σε περισσότερα του ενός επεισόδια. Με την επιλογή της τεχνικής της απόκρυψης, η δέση-κορύφωση-λύση συμπυκνώνονται στην εξομολόγηση της μάνας.


Η ιδιοτυπία της πλοκής
Συγκεκριμένα, η πλοκή του διηγήματος συνδυάζει τη μυστηριακή ατμόσφαιρα και τις μεταβλητές οπτικές γωνίες (του παιδιού-αφηγητή, του ενήλικου-αφηγητή και της μάνας) και θεμελιώνεται σε αντιθετικά μοτίβα:
• της πλάνης και αυταπάτης
• της διπλής αλήθειας
• της διπλής πραγματικότητας
• της αμφισημίας και της σχετικότητας

Η ιδιότυπη εστίαση


Σ’ αυτή την ιδιόρρυθμη πλοκή η εστίαση είναι αναγκαστικά εσωτερική. Η αφήγηση δίνεται από την οπτική γωνία ενός παιδιού που σταδιακά μεταβάλλεται (μεταβλητή εστίαση). Κάποιες στιγμές όμως ο αφηγητής-παιδί φαίνεται να γνωρίζει τα συναισθήματα και τα κίνητρα των υπολοίπων προσώπων. Κι ενώ η εσωτερική εστίαση επιβάλλει περιορισμένη γνώση, σε σχέση με το λαογραφικό υλικό ο αφηγητής έχει στάση παντογνώστη, αφού επεμβαίνει για να επεξηγήσει και να σχολιάσει έθιμα και λαϊκές δοξασίες, δηλώνοντας ότι γνωρίζει περισσότερα από κάθε άλλο αφηγηματικό πρόσωπο. Η εσωτερική οπτική γωνία του αφηγητή διευρύνεται επίσης με την αναφορά σε εξωτερικά συμβάντα στα οποία ο αφηγητής δεν είχε προσωπική συμμετοχή, είχαν όμως άμεση σχέση με αυτόν.

Η οπτική γωνία

Η οπτική γωνία του αφηγητή είναι περιορισμένη. Σ’ αντίθεση με της μητέρας του, που παραμένει αμετάβλητη, η δική του ωριμάζει. Ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο· τα υπόλοιπα αποτελούν απλά σημεία αναφοράς (δυαδική αφηγηματική δομή / δυαδική οπτική γωνία αφηγητή).
Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας οργανώνει την πλοκή είναι πρωτότυπος. Παρουσιάζει στην ουσία μια ιστορία, της οποίας το νήμα ξετυλίγεται από δύο διαφορετικά χρονικά σημεία και από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες, στο τέλος όμως τα δύο νήματα συνυφαίνονται. Είναι η ιστορία της οικογένειας του αφηγητή, που την παρακολουθούμε στο μεγαλύτερο μέρος του διηγήματος από την οπτική γωνία του Γιωργή, ενώ το τελευταίο τμήμα παρουσιάζεται από την οπτική γωνία της μητέρας. Οι δύο αφηγητές έχουν διαφορετική χρονική αφετηρία. Ο Γιωργής ξεκινά από την ασθένεια της αδελφής του και φτάνει στην εξομολόγηση της μητέρας και η μητέρα αρχίζει την ιστορία της λίγα χρόνια πριν από τη γέννηση του Γιωργή και καταλήγει στο ίδιο σημείο, παρακάμπτοντας όσα ήδη ειπώθηκαν.


Αφηγηματικά μοτίβα

Σημαντικοί συντελεστές πλοκής είναι και τα αφηγηματικά μοτίβα του διηγήματος:
1)Η επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς(Το μοτίβο της επιδείνωσης)
Η συνεχής επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς αποτελεί σταθερό αφηγηματικό μοτίβο μέσω του οποίου εξελίσσεται η πλοκή και περιγράφεται ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά της μητέρας. Η φράση επαναλαμβάνεται με διάφορες παραλλαγές.
Το μοτίβο είναι σημαντικό:
• από άποψη τεχνικής γιατί συντελεί στη χρονική μετάβαση στην επόμενη φάση της ασθένειας.
• από πλευράς περιεχομένου τονίζει την εντατικοποίηση των φροντίδων της μητέρας και την αυξανόμενη αδιαφορία της προς τα αγόρια.


2) Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής στοργής
Η ψυχολογία αναφέρει ότι είναι τραυματική εμπειρία για ένα παιδί ο πρόωρος ή απότομος απογαλακτισμός και μπορεί να δημιουργήσει στο παιδί σύνδρομο αποστέρησης. Ίσως, πράγματι, ο αφηγητής να μην μπόρεσε ποτέ να απαλλαγεί από το σύνδρομο αυτό, το οποίο, σε συσχετισμό με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα που πιθανόν είχε, τον έκανε να υποφέρει βαθιά. Απόδειξη αυτού είναι το ότι δεν ένιωθε ζήλια για τη συμπεριφορά του πατέρα του προς την Αννιώ, παρόλο που και αυτός την είχε «μη στάξη και την βρέξη». Η αγάπη και των δύο γονέων ήταν βέβαια δεδομένη, άσχετα με το αν την ένιωθε ο Γιωργής ή όχι. Η ίδια η μητέρα τονίζει την αγάπη της στο Γιωργή (την απέδειξε άλλωστε και με την πράξη αυτοθυσίας της) και αναφέρει ότι ράγιζε η καρδιά της που τον έβλεπε να μαραίνεται από τη ζήλια.

Τα αφηγηματικά επίπεδα

Η ιστορία της μητέρας έχει το ίδιο σημείο αφετηρίας όπως και το διήγημα, ξεκινάει δηλαδή με την Αννιώ. Η μητέρα αφηγείται τη δραματική της ιστορία, που αποτελεί μια μακροσκελή ανάληψη (αναδρομική αφήγηση) και μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση (εγκιβωτισμένη αφήγηση), με χρονική αφετηρία την περίοδο πριν από τη γέννηση της Αννιώς. Έτσι, μεταβαίνουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο αφήγησης, το μεταδιηγητικό
.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ

• Στο διήγημα ξεχωρίζει η απαράμιλλη αφηγηματική δύναμη, η περιγραφική δεξιοτεχνία και η ψυχογραφική δύναμη με την οποία ο συγγραφέας διεισδύει στην παιδική ψυχή.
• Η αφήγηση εναλλάσσεται με το διάλογο, ενώ οι περιγραφές είναι περιορισμένες και οργανικά ενταγμένες στην αφήγηση. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε κάποια σημεία μετατρέπεται σε εσωτερικό μονόλογο. Στην αφήγηση παρεμβάλλονται σχόλια για τα ήθη και έθιμα της εποχής και αποδίδονται σε ελεύθερο πλάγιο λόγο οι σκέψεις άλλων.

Το τέλος της αφήγησης

Με την εξομολόγηση της μητέρας, θεματικά, ολοκληρώνεται η ιστορία και λύνεται το αίνιγμα του τίτλου. Συναισθηματικά, η μητέρα εξιλεώνεται στην ψυχή του αναγνώστη τόσο ως προς τη στέρηση αγάπης προς το γιο όσο και ως προς την αμαρτία της. Το αμάρτημά της μπορεί να ήταν μεγάλο, αφού κατέληξε σε παιδοκτονία, το πλήρωσε όμως ακριβά με την ηθική της δοκιμασία.

Η μυστηριώδης, αινιγματική πλοκή, η περίπλοκη αφηγηματική προοπτική, οι πολλαπλές αντιθέσεις (αλήθεια/πλάνη, άγνοια/γνώση, φως/σκότος κτλ.), η ρεαλιστική αφήγηση, οι ψυχογραφικές εμβαθύνσεις είναι μόνο μερικές από τις ιδιότυπες αφηγηματικές τεχνικές του Βιζυηνού που τον καθιστούν πρωτοποριακό διηγηματογράφο.

Οδηγίες για τη διδασκαλία της Ερευνητικής Εργασίας της Α΄ τάξης Γενικού Λυκείου για το σχ. έτος 2011-2012


Από το σχολικό έτος 2011-2012 εισάγονται στην Α΄ τάξη Γενικού Λυκείου οι Ερευνητικές Εργασίες (project) ως διακριτή ενότητα του Προγράμματος Σπουδών, που υλοποιεί βασικές αρχές του Νέου Σχολείου, όπως αυτές εξειδικεύονται στο βιβλίο εκπαιδευτικού με τίτλο «Η Καινοτομία των Ερευνητικών Εργασιών στο Νέο Λύκειο», που είναι ήδη διαθέσιμο σε ψηφιακή μορφή στην πλατφόρμα του ψηφιακού σχολείου
Στην εποπτεία και καθοδήγηση των Ερευνητικών Εργασιών μπορούν κατ’ αρχήν να συμμετέχουν, οι καθηγητές Λυκείου όλων των ειδικοτήτων και προς τούτο η Ερευνητική Εργασία ορίζεται ως «πρώτη ανάθεση» όλων των ειδικοτήτων. Ωστόσο η ειδικότητα ή οι ειδικότητες (σε περίπτωση συν-επίβλεψης) που θα αναλάβουν την εποπτεία και την καθοδήγηση της κάθε ερευνητικής εργασίας θα πρέπει να είναι συναφής κάθε φορά με το υπό πραγμάτευση θέμα. Τη συνάφεια αυτή την κρίνει ο σύλλογος διδασκόντων.

2. Πρόταση και Έγκριση Ερευνητικών Θεμάτων
Κατά την έναρξη του σχολικού έτους, εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του Σεπτεμβρίου συνέρχεται ο Σύλλογος Διδασκόντων σε ειδική συνεδρία για να εγκρίνει τα θέματα των Ερευνητικών Εργασιών, τα οποία στη συνέχεια θα προταθούν στους μαθητές της Α΄ Λυκείου για να επιλέξουν εκείνο που τους ενδιαφέρει. Τα προτεινόμενα θέματα θα πρέπει να ανταποκρίνονται κατά το δυνατόν περισσότερο στα ενδιαφέροντα των μαθητών και να τους εμπλέκουν σε διαδικασίες διερεύνησης, αξιοποιώντας το περιεχόμενο, τα εννοιολογικά σχήματα και τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις των διδασκόμενων μαθημάτων.
Επομένως, η συσχέτιση πραγματικών καταστάσεων που βιώνουν οι μαθητές με ενότητες των μαθημάτων που διδάσκονται είναι βασικό κριτήριο για την επιλογή θεμάτων. Οι προτάσεις των θεμάτων πρέπει να γίνονται από έναν ή το πολύ δύο καθηγητές διαφορετικών μαθημάτων (σε περίπτωση θέματος που απαιτεί διεπιστημονική διερεύνηση) οι οποίοι ταυτόχρονα με την πρότασή τους αναλαμβάνουν την υποχρέωση της επίβλεψής του εφόσον τελικά εγκριθεί η πρότασή τους από το Σύλλογο Διδασκόντων και συγκεντρώσει τον οριζόμενο παρακάτω ελάχιστο αριθμό προτιμήσεων από τους μαθητές. Τουλάχιστον μια από τις προτεινόμενες εργασίες θα πρέπει να ανατίθεται (συμπεριλαμβάνεται η περίπτωση της συν-επίβλεψης) σε εκπαιδευτικούς από τους κλάδους ΠΕ02, ή ΠΕ03, ή ΠΕ04. Επιπλέον θα πρέπει απαραιτήτως τα θέματα που θα προταθούν να εμπίπτουν τουλάχιστον σε τρεις από τους επόμενους κύκλους: α) «Ανθρωπιστικές και Κοινωνικές Επιστήμες», β) «Τέχνη και Πολιτισμός», γ) «Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες και Τεχνολογία» και δ) «Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» ή να συνδυάζουν κάποιους από αυτούς. Αυτό διασφαλίζει τη διασπορά της θεματολογίας και τον αποκλεισμό της θεματικής μονομέρειας των προτεινόμενων θεμάτων.
Στις προτάσεις κάθε επόμενου τετραμήνου προτείνονται και εγκρίνονται εκ νέου διαφορετικά θέματα, κρατώντας ωστόσο πάντοτε την ίδια διαδικασία κατανομής, ώστε κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο Λύκειο οι μαθητές να έχουν την ευκαιρία να εμπλακούν σε όσο το δυνατόν περισσότερο διαφορετικής φύσης και στόχευσης θέματα.
Ο σύλλογος συζητά, τροποποιεί και εγκρίνει τον αναγκαίο αριθμό θεμάτων και ορίζει τους εκπαιδευτικούς που θα υλοποιήσουν καθένα από αυτά, προσδιορίζοντας και τις διδακτικές ώρες εκάστου (σε περίπτωση συν-επίβλεψης από δυο εκπαιδευτικούς π.χ. 1 ώρα στον ένα και 2 ώρες στον άλλο). Σε περίπτωση περισσότερων προτάσεων από αυτές που μπορούν να προσφερθούν, ο σύλλογος διδασκόντων επιλέγει κατά πλειοψηφία τα επικρατέστερα σε ικανοποιητικό αριθμό, ώστε να δημιουργηθούν λειτουργικές ομάδες κοινού ενδιαφέροντος, που δεν θα ξεπερνούν τους 20 μαθητές και δεν θα είναι μικρότερες από 16 μαθητές. Έτσι εάν για παράδειγμα ένα Λύκειο έχει 65 μαθητές στην Α΄ Λυκείου μπορεί να προτείνει έως τέσσερα το πολύ θέματα (ένα από κάθε θεματικό κύκλο). Αντίθετα σε περίπτωση που ο αριθμός των προτεινόμενων θεμάτων δεν επαρκεί συμπληρώνεται με ανάθεση σε εκπαιδευτικό ή εκπαιδευτικούς (ως συν-επίβλεψη) οι οποίοι αναλαμβάνουν να διαμορφώσουν σχετική πρόταση.
Σε περίπτωση μικρών Λυκείων ή ύπαρξης σε μια σχολική μονάδα μόνο Λυκειακών τάξεων με λίγους μαθητές (λιγότερους από 16) προσφέρονται ως επιλογές δυο μόνο θέματα και υλοποιείται μόνο ένα, αυτό που πλειοψηφεί με βάση τις προτιμήσεις των μαθητών.
Η εισήγηση των θεμάτων προς το Σύλλογο Διδασκόντων από τους προτείνοντες εκπαιδευτικούς γίνεται εγγράφως με τη συμπλήρωση του συνημμένου εντύπου.

3. Ορισμός Συντονιστή των Ερευνητικών Εργασιών
Στην ίδια συνεδρία ο Σύλλογος Διδασκόντων ορίζει τον Υποδιευθυντή ή άλλον έμπειρο καθηγητή ως συντονιστή των πραγματοποιούμενων ανά τετράμηνο Ερευνητικών Εργασιών, με κύριο ρόλο τον προγραμματισμό χρήσης χώρων, εργαστηρίων και λοιπών πόρων που διαθέτει η σχολική μονάδα από τις διάφορες ερευνητικές ομάδες. Ο συντονιστής απαλλάσσεται από την υποχρέωση ανάληψης άλλων εξωδιδακτικών καθηκόντων. Για τις πιθανές εκτός σχολείου επισκέψεις των ερευνητικών μαθητικών ομάδων, κατά τις ώρες λειτουργίας του σχολείου, ισχύουν οι σχετικές με τις υπόλοιπες επισκέψεις προϋποθέσεις. Η ανάλογη διαδικασία για την επιλογή θεμάτων του δευτέρου τετραμήνου γίνεται έως την 20η Δεκεμβρίου.

4. Επιλογή Θέματος από τους Μαθητές
Οι μαθητές αφού ενημερωθούν για τα προτεινόμενα θέματα, με όποιο τρόπο ο Σύλλογος Διδασκόντων κρίνει προσφορότερο δηλώνουν το θέμα της πρώτης και της δεύτερης προτίμησής τους. Καλό είναι να ενθαρρυνθούν οι μαθητές να δηλώσουν το σύνολο των προτεινόμενων θεμάτων ανάλογα με τα ενδιαφέροντά τους, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα υπερσυγκέντρωσης σε ορισμένα μόνο θέματα. Ο συντονιστής που έχει ορισθεί από το Σύλλογο Διδασκόντων (βλέπε παραπάνω) φροντίζει ώστε η πλειοψηφία των μαθητών να κατανεμηθεί στην εργασία της πρώτης ή το πολύ της δεύτερης προτίμησής τους.
Ενδεικτικά μπορεί να ακολουθηθεί η εξής διαδικασία. Εάν κάποια εργασία συγκεντρώσει την πρώτη προτίμηση περισσοτέρων από 20 μαθητών τότε οι πλεονάζοντες προσδιορίζονται με κλήρωση και ανακατανέμονται σε εργασία της δεύτερης προτίμησής τους. Αυτοί οι μαθητές το ερχόμενο τετράμηνο έχουν προτεραιότητα στην επιλογή της εργασίας με την οποία θέλουν να ασχοληθούν. Εάν κάποιο θέμα συγκεντρώσει το ενδιαφέρον (ως πρώτη επιλογή) αρκετών μαθητών ώστε να δημιουργηθούν δυο τμήματα (δηλαδή 32 μαθητές) για αυτο τότε επιλέγονται 20 μαθητές με τη διαδικασία της κλήρωσης και οι υπόλοιποι αντιμετωπίζονται ως υπεράριθμοι που πρέπει να ανακατανεμηθούν στα θέματα της δεύτερης επιλογής τους. Τέλος, εάν ορισμένοι μαθητές επιλέξουν θέμα το οποίο δεν καταστεί δυνατό να πραγματοποιηθεί λόγω του ορίου του ελάχιστου αριθμού μαθητών (16 μαθητές ανά εργασία) καλούνται να επιλέξουν μεταξύ των θεμάτων στα οποία δεν έχει καλυφθεί ο μέγιστος αριθμός θέσεων. Και σε αυτή την περίπτωση οι εν λόγω μαθητές έχουν προτεραιότητα (και μάλιστα μεγαλύτερη από ότι η προηγούμενη κατηγορία) στην επιλογή θέματος κατά το δεύτερο τετράμηνο. Ωστόσο ο συντονιστής μπορεί να επιλέξει εναλλακτικά σενάρια κατανομής που να ικανοποιούν την αρχή που προ-αναφέρθηκε, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών να τοποθετηθεί σε θέμα της πρώτης ή της δεύτερης επιλογής της.
Η διαδικασία κατανομής των μαθητών στις ερευνητικές εργασίες θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι το τέλος της δεύτερης εβδομάδας από την έναρξη του διδακτικού έτους.

5. Καθιέρωση Ζώνης Ερευνητικών Εργασιών στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα
Οι Ερευνητικές Εργασίες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συνεχόμενου τρίωρου. Όπου τούτο δεν είναι εφικτό, ορίζεται συνεχόμενο δίωρο και μία ώρα την ίδια ή διαφορετικές ημέρες, ανάλογα, με τις δυνατότητες του Ωρολογίου Προγράμματος. Σε κάθε περίπτωση η ρύθμιση των ζωνών κατά τη διάρκεια των οποίων υλοποιείται η ερευνητική εργασία εναπόκειται στο Σύλλογο Διδασκόντων.

6. Δημόσια παρουσίαση Ερευνητικών Εργασιών από Μαθητικές Ομάδες
Όταν ολοκληρωθούν οι Ερευνητικές Εργασίες, στο τέλος του τετραμήνου, οι μαθητές παρουσιάζουν σε ειδική εκδήλωση που οργανώνεται από το σχολείο στη σχολική κοινότητα με τη συμμετοχή εξωτερικών προσκεκλημένων (π.χ. ειδικούς επιστήμονες, φορείς της τοπικής κοινωνίας, κλπ), όπου τούτο κρίνεται σκόπιμο από τον Σύλλογο Διδασκόντων. Μετά την παρουσίαση της εργασίας τους και των αποτελεσμάτων της, είναι δυνατόν να υποβληθούν στα μέλη της ομάδας ερωτήσεις από μαθητές, εκπαιδευτικούς και επισκέπτες. Κατά την ημέρα παρουσίασης των Ερευνητικών Εργασιών μπορεί να γίνει και σχετική έκθεση στο σχολείο.


7. Αξιολόγηση Ερευνητικών Εργασιών
Μετά και την παρουσίαση, οι μαθητικές ομάδες κάθε ερευνητικού θέματος υποβάλλουν προς αξιολόγηση τον ομαδικό φάκελο της Ερευνητικής τους Εργασίας, που περιλαμβάνει (α) ερευνητική έκθεση για το θέμα που μελέτησαν, τις ερευνητικές διαδικασίες που ακολούθησαν και τα συμπεράσματα της έρευνας, (β) ένα σχετικό με το θέμα και τα συμπεράσματά τους τέχνημα (αφίσα, ιστοσελίδα, βίντεο, πόστερ, φυλλάδιο, κατασκευή, κλπ) και (γ) ό,τι άλλο συμπληρωματικό υλικό σχετικό με την όλη εργασία τους κρίνουν τα μέλη της ερευνητικής ομάδας.
Συγκεκριμένες οδηγίες για την αξιολόγηση παρέχονται στο βιβλίο εκπαιδευτικού «Η Καινοτομία των Ερευνητικών Εργασιών στο Νέο Λύκειο», όπου αναφέρονται αναλυτικά οι διαδικασίες και τα κριτήρια αξιολόγησης του ερευνητικού έργου κάθε μαθητικής ομάδας σε ό,τι αφορά (α) στην ερευνητική διαδικασία που ακολούθησε η ομάδα, (β) στο περιεχόμενο της ερευνητικής εργασίας, (γ) στη γλώσσα και τη δομή της ερευνητικής έκθεσης και (δ) στον τρόπο της δημόσιας παρουσίασης της ομαδικής εργασίας. Οι τομείς της «ερευνητικής διαδικασίας» και του «περιεχομένου» αξιολογούνται με συντελεστή βαρύτητας 30% ο καθένας, ενώ οι δύο επόμενοι («Γλώσσα/δομή» και «παρουσίαση») με συντελεστή 20% ο καθένας. Το βιβλίο εκπαιδευτικού κάνει αναλυτική αναφορά στις διαδικασίες, τα κριτήρια και τους τομείς αξιολόγησης, καθώς επίσης και στα κριτήρια και τις διαδικασίες αξιολόγησης της ατομικής συμβολής κάθε μαθητή στο ομαδικό έργο χωριστά και την ατομική του βαθμολόγηση.
Η γενική βαθμολογία του κάθε μαθητή στο μάθημα της «Ερευνητικής Εργασίας» προκύπτει ως ο μέσος όρος της αντίστοιχης βαθμολογίας του στα δυο τετράμηνα.
Σε περίπτωση που κάποιος μαθητής δεν προάγεται στην επόμενη τάξη και δεν έχει προβιβάσιμο βαθμό στην ερευνητική εργασία, επιλέγεται το θέμα στο οποίο υστέρησε περισσότερο (από τα δυο με τα οποία ασχολήθηκε συνολικά κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς) και ο επιβλέπων εκπαιδευτικός του ορίζει τμήματα της ερευνητικής εργασίας που κρίνει ότι πρέπει να επεξεργαστεί εκ νέου. Το Σεπτέμβριο υποβάλλει διορθωμένη την εργασία του μαζί με το προσωπικό του ημερολόγιο και τον ατομικό του φάκελο προς επανα-αξιολόγηση.

8. Ανάρτηση στο Διαδίκτυο των Ερευνητικών Εργασιών
Για ευρύτερη διάχυση των μαθητικών εργασιών, μετά τη δημόσια παρουσίαση τους, αναρτώνται στο διαδίκτυο (στην ιστοσελίδα του σχολείου), αναγράφοντας τα ονόματα όλων των συντελεστών, μαθητών και επιβλεπόντων καθηγητών. Μια εργασία μπορεί να συγγραφεί, μερικώς ή/και ολόκληρη στα Αγγλικά.
Την εξειδίκευση και την εφαρμογή των παραπάνω γενικών αρχών στις συνθήκες των δυνατοτήτων και αναγκών της σχολικής μονάδας κάνει ο σύλλογος διδασκόντων, φροντίζοντας πρωτίστως να διασφαλίζονται οι προϋποθέσεις για την ακώλυτη διεξαγωγή και στήριξη των Ερευνητικών Εργασιών.

9. Πιλοτική Εφαρμογή το Πρώτο Τετράμηνο του Σχολικού Έτους 2011-2012
Το πρώτο τετράμηνο του σχολικού έτους 2011-2012, που είναι το πρώτο τετράμηνο εφαρμογής των Ερευνητικών Εργασιών, ορίζεται ως πιλοτικό. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθούνται όλες οι διαδικασίες, όπως προβλέπονται, μέχρι τη γενική αξιολόγηση της ομαδικής εργασίας, αλλά δεν προβαίνουν οι εκπαιδευτικοί στην ατομική αξιολόγηση των μαθητών. Επομένως μόνο για το πρώτο τετράμηνο του σχολικού έτους 2011-2012 ως ατομικός βαθμός του μαθητή λογίζεται η ομαδική βαθμολογία της ομάδας εργασίας του. Από το δεύτερο τετράμηνο του 2011-2012 εφαρμόζονται όλα κανονικά και πραγματοποιείται κανονικά η ατομική αξιολόγηση των μαθητών σύμφωνα με τα παραπάνω προβλεπόμενα.

Αξιολόγηση Λογοτεχνίας στο Λύκειο

Leonardo da Vinci

Οδηγίες Για Την Αξιολόγηση Της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Στο Ενιαίο Λύκειο

Το μάθημα της Λογοτεχνίας (Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Νεοελληνική Λογοτεχνία), σύμφωνα με το Π.Δ. 86/2001, άρθρο 15, εξετάζεται ως εξής:
Η εξέταση στη Νεοελληνική Λογοτεχνία αναφέρεται σε πεζό ή ποιητικό κείμενο που περιέχεται στη διδαχθείσα ύλη της αντίστοιχης τάξης, το οποίο δίνεται στους μαθητές σε φωτοτυπία, μαζί με τις αναγκαίες σημασιολογικές ή άλλες διευκρινίσεις. Το κείμενο συνοδεύεται από πέντε ερωτήσεις που αναφέρονται:
α) στον συγγραφέα του έργου και σε γραμματολογικά στοιχεία που προκύπτουν άμεσα ή έμμεσα από το κείμενο (1 ερώτηση),
β) στη δομή του κειμένου, στην επαλήθευση ή διάψευση μιας κρίσης με βάση το κείμενο, σε παρατηρήσεις επί των εκφραστικών μέσων και τρόπων του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης) (2 ερωτήσεις),
γ) σε σχολιασμό ή στη σύντομη ανάπτυξη, σε 1-2 παραγράφους, ορισμένων χωρίων του κειμένου (1 ερώτηση),
δ) σε σχολιασμό αδίδακτου λογοτεχνικού κειμένου το οποίο δίνεται στους μαθητές επίσης σε φωτοτυπία και είναι ίσης, κατά προσέγγιση, δυσκολίας με το διδαγμένο (1 ερώτηση).
Η ερώτηση α βαθμολογείται με δεκαπέντε (15) μονάδες, οι δύο ερωτήσεις της β περίπτωσης με είκοσι (20) μονάδες η καθεμία, η ερώτηση γ με είκοσι πέντε (25) μονάδες και η ερώτηση δ με είκοσι (20) μονάδες.
Σε περίπτωση κατά την οποία μία (1) ερώτηση αναλύεται σε υποερωτήματα, η βαθμολογία που προβλέπεται γι’ αυτήν κατανέμεται ισότιμα στα υποερωτήματα, εκτός αν κατά την ανακοίνωση των θεμάτων καθορίζεται
διαφορετικός συντελεστής βαρύτητας γι’ αυτά.

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Claude Monet

Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Δίνει την εντύπωση αυτοβιογραφικού κειμένου, λόγω της κτητικής αντωνυμίας στον τίτλο, της πρωτοπρόσωπης αφήγησης και των ονομάτων του αφηγητή – το Γιωργί, ο Γιωργής – και της μητέρας του Δεσποινιώ ή Μηχαλιέσσα – που ταυτίζονται με τα ονόματα του συγγραφέα και της μητέρας του.
Η αφήγηση ανελίσσεται με το διάλογο του αφηγητή και της μητέρας του. Ο λόγος της μητέρας είναι το αντικείμενο του λόγου του αφηγητή και συγκεκριμένα η σχέση μεταξύ του λόγου του παρόντος (των πράξεων της μητέρας, των οποίων είναι αυτόπτης μάρτυς ο αφηγητής) και του παρελθόντος (της αφήγησης της μητέρας για τα συμβάντα). Η διάκριση αυτή όμως παρουσιάζει μια ρωγμή, διότι ο λόγος της μητέρας ορίζει το λόγο του αφηγητή, ο λόγος του αφηγητή δηλαδή δεν μπορεί να παρατηρήσει εκ των έξω το λόγο της μητέρας, δεν μπορεί να τον εξηγήσει αντικειμενικά, αλλά βρίσκεται ταυτόχρονα σε κριτική απόσταση και συναισθηματική εξάρτηση από αυτόν.
Ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο˙ τα υπόλοιπα πρόσωπα αποτελούν απλώς σημεία αναφοράς, σημάδια ότι υπάρχει κοινωνία και οικογένεια. Έτσι, η δυαδική αφηγηματική δομή προσφέρει δύο δυνατότητες εισόδου: από την οπτική γωνία του αφηγητή ή από την οπτική γωνία της μητέρας...
... η οπτική γωνία της μητέρας παραμένει αμετάβλητη καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης, ενώ η οπτική γωνία του αφηγητή μεταβάλλεται, καθώς κατανοεί καλύτερα τόσο το τι έχει συμβεί όσο και από ποια αιτία διέπεται η συμπεριφορά της μητέρας. Η μεταβολή της οπτικής γωνίας του αφηγητή υποβοηθείται από τη μεγάλη διάρκεια της αφήγησης και από το γεγονός ότι αυτός δεν αφηγείται από ένα ορισμένο χρονικό σημείο αλλά παρακολουθεί τα γεγονότα αφηγούμενος ταυτόχρονα, από μικρό παιδί έως ώριμος άνδρας.

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Μεταξύ φαντασίας και μνήμης, Αναγνώσεις 3 – Εστία, 1994, σσ. 31-32.

Το διήγημα, ήδη στην πρώτη του σελίδα, προσδιορίζει τα αντιθετικά ζεύγη που θα καθορίσουν το νόημα: το πρώτο ζεύγος, ο ενικός και ο πληθυντικός αριθμός˙ το δεύτερο, το κορίτσι και τα αγόρια˙ το τρίτο, ο νεκός (πατέρας που τα ρούχα του ντύνουν τα αγόρια) και οι ζωντανοί (μητέρα και παιδιά)˙ το τέταρτο, το συναίσθημα ή η πρόθεση (η αδέκαστος ενδόμυχος στοργή της μητρός) και οι πράξεις, που φυσικά γεννούν ζηλοτυπίες˙ το πέμπτο, η γνώση και οι απορίες. Τα πέντε αυτά ζεύγη θα οροθετήσουν την αναζήτηση του νοήματος, τον προσδιορισμό δηλαδή του αμαρτήματος, που προεξαγγέλλεται ήδη με τον τίτλο του διηγήματος.

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Μεταξύ φαντασίας και μνήμης, ό.π., σ. 36.

Στο πρώτο μέρος του διηγήματος, ο λόγος του αφηγητή περιστρέφεται γύρω από την εμπειρία του από την αδελφή του την Αννιώ. Στο δεύτερο μέρος, ο λόγος του αφηγητή, ο οποίος επιστρέφει «μετά μακράν απουσίαν», ασχολείται με το λόγο της μητέρας που περιστρέφεται γύρω από την εμπειρία της από την πρώτη κόρη της, την Αννιώ. Η χρονικά πρότερη εμπειρία στο επίπεδο της ιστορίας παρουσιάζεται μετά τη χρονικά ύστερη (ανάληψη, κατά Genette). Όμως ο αναχρονισμός αυτός λειτουργεί ερμηνευτικά ως προς τον αναγνώστη, διότι του δείχνει ότι ο λόγος του αφηγητή της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, ο λόγος της αυθεντίας δηλαδή, έχει διαμορφωθεί με βάση την πλάνη. Ο αναγνώστης καλείται να βρει ο ίδιος ποιος είναι αξιόπιστος και να μην αρκείται στις συμβάσεις.

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Μεταξύ φαντασίας και μνήμης, ό.π., σ. 40.

Το αμάρτημα ορίζεται ως παράβαση του ηθικού ή του θείου νόμου. Στο διήγημα η μητέρα αναφέρεται στην αμαρτία της, όταν εξηγεί στον αφηγητή πως, έχοντας περάσει ένα βράδυ χορού και διασκέδασης, πήγε να θηλάσει το παιδί της, την πήρε ο ύπνος από την κούραση, «το πλάκωσε» κι όταν ξύπνησε «ήταν απεθαμένο». Η αμέλειά της οδήγησε στο θάνατο του παιδιού της, διότι παρέβη τον ηθικό νόμο που καθορίζει τα μητρικά της καθήκοντα. Αυτό είναι το αμάρτημα της μητέρας, ή μάλλον το πρώτο της αμάρτημα στο χρόνο της ιστορίας. Είναι όμως το δεύτερό της αμάρτημα στο χρόνο – και στο χώρο – της αφήγησης...
Η εκπεφρασμένη επιθυμία της μητέρας να «πάρει» ο Θεός τα αγόρια της και να της «αφήσει» το κορίτσι συνιστά αμάρτημα...
Το δεύτερο, ως προς τον ιστορικό χρόνο, αμάρτημα είναι το πρώτο ως προς τον αφηγηματικό χρόνο, διότι μόνο έτσι γίνεται σαφής η σημασία της επιθυμίας ως συστατικού στοιχείου του αμαρτήματος.

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Μεταξύ φαντασίας και μνήμης, σσ. 45-47.

Αφηγηματικά Χαρακτηριστικά

Σχολιασμός αφήγησης: η ιστορία δίνεται μέσα από την περιορισμένη προοπτική του αφηγητή – πρωταγωνιστή. Η αφήγηση είναι μεταγενέστερη των γεγονότων και η εστίαση τείνει να γίνει συγχρονική, με αποτέλεσμα να συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες, τους φόβους και τις απορίες μιας παιδικής συνείδησης. Παράλληλα, είναι εμφανής η διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδική συνείδηση που προσλαμβάνει τα συμβάντα. Επίσης, πιο περίπλοκη και εσωτερικότερη είναι η αφηγηματική προοπτική του Βιζυηνού˙ οριοθετεί τη μετάβαση από τη διήγηση στην αφήγηση, από την ιστορία στην πεζογραφία.

Σχολιασμός πλοκής: έντονα είναι τα χαρακτηριστικά έκπληξης, της αγωνίας και του αινίγματος. Το διήγημα εξυφαίνεται και παρουσιάζεται κατά τέτοιο τρόπο, που θα ταίριαζε σε αστυνομικές ιστορίες.

Άλλα στοιχεία: η ποικιλία της γλώσσας και ο τρόπος που υπηρετεί το κείμενο – η χρήση του χρόνου (προλήψεις – αναλήψεις) που σπάει την ευθύγραμμη αφήγηση και έτσι παύει να είναι γραμμικός – ο ρυθμός στην εξέλιξη του μύθου σε αναλογία με το «μπρος-πίσω» του χρόνου – η ωριμότητα στην τεχνική της δομής -, η χρήση του διαλόγου, καθώς αποβάλλεται ο καθωσπρεπισμός και πλησιάζει τον λόγο της καθημερινότητας (αν και μερικές φορές συμβαίνει το αντίθετο: λόγια απλών ανθρώπων ευπρεπίζονται «επί το καθαρότερον»).

Εστίαση του αναγνωστικού και ερμηνευτικού ενδιαφέροντος στις σημαντικότερες σκηνές του διηγήματος: ... πάρε μου όποιο θέλεις κι άφησέ μου το κορίτσι... – διάσωση του Γιωργή στο ποτάμι – επίκληση του πνεύματος του πεθαμένου πατέρα πριν από το θάνατο της Αννιώς – αναδρομική αφήγηση – «εξομολόγηση» του αμαρτήματος στον Γιωργή – εξομολόγηση στον Πατριάρχη.

Ψυχογραφικά Χαρακτηριστικά
Το διήγημα αποτελεί ψυχολογική ανάλυση οικογενειακών σχέσεων: σχέση αφηγητή – μητέρας, σχέση μητέρας με τα αρσενικά παιδιά της, σχέση μητέρας με τα θηλυκά παιδιά της.
Έντονο το αυτοβιογραφικό και το βιωματικό στοιχείο.
Η επιμονή του συγγραφέα στον εσωτερικό κόσμο των κειμενικών προσώπων, η διείσδυση στο ψυχικό βάθος, οι αληθινές σχέσεις των προσώπων.
Η σωστή περιγραφή στην απόδοση του δράματος της μητέρας.
Κυριαρχία του μέτρου στην απόδοση του δράματος, χωρίς ακρότητες και υπερβολές.
Η αποκάλυψη και η κάθαρση του τέλους.

Λαογραφικά Στοιχεία
Από το διήγημα περνάει όλος ο κύκλος της θρακιώτικης ζωής: γέννηση, θάνατος, χαρές, πίκρες...
Ο λαογραφικός θησαυρός στην πεζογραφία του Γ. Βιζυηνού και ειδικότερα στο «Αμάρτημα της μητρός μου»: λαϊκές αντιλήψεις για την έκβαση της «αρρώστιας», ιεροτελεστία επίκλησης της ψυχής ενός πεθαμένου προσφιλούς προσώπου, το εθιμικό της υιοθεσίας κ.ά.π.
Στο διήγημα συντελείται η αποκάλυψη ενός ολόκληρου μικρόκοσμου μέσα από τις πολλαπλές σχέσεις των ατόμων που το αποτελούν με το φυσικό και μεταφυσικό τους περιβάλλον και όχι απλώς η διεύρυνση ενός συγκεκριμένου και περιορισμένου ανθρώπινου τοπίου.
Έντονο και προς εξέταση το ανάγλυφο ηθογραφικό στοιχείο.
 


Η στροφή της πεζογραφίας στη λαογραφία και επιρροή της στο έργο του Βιζυηνού


Το 1883 με τη δημοσίευση στη Nouvel Revue του διηγήματος «Το αμάρτημα της μητρός μου», παρατηρείται στην ελληνική πεζογραφία στροφή προς τη λαογραφία. Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η στροφή αυτή Τι χαρακτηριστικά προσέδωσε στα διηγήματα του Γ. Βιζυηνού η χρήση λαογραφικών στοιχείων;

Παράγοντες στους οποίους οφείλεται η στροφή προς τη λαογραφία:

    ►   Το πρόγραμμα ανασυγκρότησης του Τρικούπη προωθεί τις εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έρχεται σε επαφή με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις σε όλους τους τομείς. Οι Ευρωπαίοι λόγιοι έχουν ήδη στραφεί προς τη λαογραφία (π.χ. αδελφοί Γκριμ) και οι Έλληνες πεζογράφοι παρακολουθούν τις ευρωπαϊκές τάσεις.
   ►   Ο εξαστισμός μεγάλου τμήματος της ελληνικής υπαίθρου οδηγεί τους λογοτέχνες ν’ αντλήσουν την έμπνευση τους από την παραδοσιακή κοινωνία συγκρατώντας έτσι τις μνήμες και διασώζοντας την ομορφιά της.
   ►   Η απαίτηση για απόδειξη της συνέχειας του ελληνικού κράτους (η κριτική του Φαλμεράγιερ θύμωσε τους Έλληνες) στρέφει στην αναζήτηση ζωντανών δυνάμεων του σύγχρονου ελληνισμού για να τεκμηριωθεί η συνέχεια του ελ­ληνικού έθνους.

Η λαογραφία αποτέλεσε τον καταλύτη για την εμφάνιση της ηθογραφικής διηγηματογραφίας, αφού συνέβαλε στα ακόλουθα:
   ►   Περιόρισε το ρόλο της φαντασίας για να αφήσει όσο γίνεται περισσότερο χώρο στην παρατήρηση και στη ρεαλιστική απεικόνιση των γεγονότων.
    ►   Υποκατέστησε τις μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις με μικρά αφηγηματικά έργα.
   ►   Αντικατέστησε το μοναδικό και ασυνήθιστο περιστατικό που αποτελούσε τον πυρήνα του ρομαντικού μυθιστορήματος με το συνηθισμένο, το επαναλαμβανόμενο αλλά αληθοφανές, που τώρα αποκτά στη συνείδηση του συγγραφέα, αλλά και του αστικοποιημένου αναγνώστη, μεγάλη σημασία.

Ο Γ. Βιζυηνός αποφύγει τη ρηχή ηθογραφία αφού δεν αναπαριστά στα διηγήματά του, απλά και μόνο, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής και της περιοχής του, αλλά:
    ►   Σχολιάζει άλλοτε με ειρωνεία και άλλοτε με συμπάθεια και κατανόηση τις αντιλήψεις των ανθρώπων.
   ►   Αναζητά τις αιτιώδεις σχέσεις που καθορίζουν τις συμπεριφορές και τις αντιλήψεις. Διεισδύει στην ψυχή των ηρώων και αναλύει τα κίνητρα τους.
    ►   Εντοπίζει τις συνέπειες που έχει αυτό το πολιτισμκό πλαίσιο στον ψυχισμό των ανθρώπων.

Με τη χρήση λαογραφικών στοιχείων η αφήγηση ξεπερνά τα πλαίσια μιας προσωπικής και οικογενειακής ιστορίας και αποκτά ευρύτερες διαστάσεις, αφού ο συγγραφέας "μεταφέρει στο έργο του κομμάτια αυθεντικής ζωής, μέσα στην ο­ποία αναπνέει η εθνική ψυχή, εικονίζεται ο εθνικός βίος, μιλάει το λαϊκό συναίσθημα" και ξαναζωντανεύει πολλά πολύ­τιμα στοιχεία της ελληνικής και ιδίως της θρακιώτικης παράδοσης.

φιλολογικο υλικο εκθεση

 

Έκθεση Γ Λυκείου: Η λειτουργικότητα των νόμων (θέματα - απαντήσεις)


Ο νόμος και ο φόβος
Η επιτυχία ενός νόμου, και μάλιστα εκείνων των νόμων που αφορούν τη συμπεριφορά όλων των πολιτών μιας οργανωμένης και οπωσδήποτε δημοκρατικής κοινωνίας, εξαρτάται όχι από τη θωράκισή του με αυστηρές κυρώσεις, αλλά κυρίως, από την παιδαγωγική του αποτελεσματικότητα, από την ικανότητά του να πείθει τους πολίτες για την αναγκαιότητα και την ορθότητα των προτύπων κοινωνικής συμπεριφοράς που αυτός έμμεσα υποβάλλει και σαφώς επιβάλλει. Η αποτελεσματικότητα του νόμου συνδέεται άρρηκτα με την εσωτερίκευση της νομοθετικής επιταγής από τον πολίτη, ώστε η συμμόρρωσή του προς αυτήν να μην οφείλεται στο φόβο των κυρώσεων, αλλά να βιώνεται ως επιταγή απέναντι σε ένα «δέον», απέναντι σε ένα «πρέπει», κοινώς αποδεκτό. Πόσο, άραγε, ο Έλληνας οδηγός, όταν πειθαρχικά χρησιμοποιεί τις ζώνες ασφαλείας, αποδέχεται αυτήν την πράξη λόγω της σκοπιμότητας και της χρησιμότητας της συγκεκριμένης νομικής πρόβλεψης και ό­χι εξαιτίας του φόβου για την επικείμενη ποινή σε περίπτωση που θα συλληφθεί; Πόσο, άραγε, η συμμόρφωσή του είναι απόρροια αυθόρμητης προσαρμογής σε ένα μέτρο, που πραγματικά θεωρεί αναγκαίο;
Αναμφίβολα, ο καταναγκασμός, που συνδέεται με την απειλή κυρώσεων, συνιστά βασικό χαρακτηριστικό του νόμου. Ταυτοχρόνως, όμως, ο νόμος οφείλει να πείθει τον πολίτη, έτσι ώστε η συμμόρφωση στις επιταγές του να θεωρείται αυτονόητη και να αποκτά χαρακτηριστικά περίπου αυτοματοποιημένης συμπερφοράς. Το δίκαιο δεν είναι μόνο καταστολή. Είναι και πειθώ. Ο περιορισμός του αποκλειστικά στην καταστολή υποδηλώνει την αποτυχία της κρατικής εξουσίας και των νομοθετών να θεσπίσουν νομοθετήματα, τα οποία να είναι ικανά συ­γκεντρώνοντας την απαιτούμενη ευρύτερη κοινωνική συναίνεση, να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στην τρέ­χουσα κοινωνική πραγματικότητα και να ρυθμίσουν κατάλληλα τις ανάγκες της, χωρίς τα δεκανίκια της κύρωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα παρόμοιας αποτυχίας είναι ασφαλώς η προσθήκη ποινικών διατάξεων σε ο­λοένα και περισσότερα νομοθετήματα, με την προσδοκία ότι ο φόβος της ποινής θα εξασφαλίζει την εφαρμογή του νόμου. Η τάση αυτή για ποινικοποίηση, ιδιαίτερα έντονη τον τελευταίο καιρό, αποδεικνύει την έλλειψη εμπιστοσύνης του νομοθέτη για την κοινωνική δεκτικότητα του νόμου. Αλλά η υποδοχή που το κοινωνικό σύ­νολο επιφυλάσσει στο νόμο, δεν εξαρτάται, βέβαια, από το βάρος των ποινών, αλλά από την ικανότητά του να πείθει σχετικά με την αναγκαιότητά του. Ωστόσο, η πειθώ, αυτή η τόσο αναγκαία για την εφαρμογή του νόμου, δεν μπορεί να επιτευχθεί, παρά μόνο εάν ανάμεσα στην κρατική εξουσία και στον πολίτη υπάρχει κλίμα αμοι­βαίας εμπιστοσύνης και όχι, φυσικά, όταν ο πολίτης αντιμετωπίζεται σαν παθητικός δέκτης εξουσιαστικών ε­ντολών. Και είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο νόμος που βασίζεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά στην κύρωση ή έστω στο φόβο για την κύρωση, είναι καταδικασμένος, αργά ή γρήγορα, στην αποτυχία.
(Κείμενο του Κ. Παπαχρήστου από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ. 5. 9.1986).
Ερωτήσεις
1.  Να αναπτύξετε σε μία παράγραφο 80 -100 λέξεων το νόημα της άποψης: «Το δίκαιο δεν είναι μόνο καταστολή. Είναι και πειθώ».
2.  Κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συζήτησης σχετικά με την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα στις σύγχρονες κοινωνίες διατυπώνεται από έναν ομιλητή η άποψη ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την αντιμε­τώπιση των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας είναι η θωράκιση των νόμων με αυστηρές ποινικές διατάξεις. Η σκέψη αυτή σας προβληματίζει και αποφασίζετε να συντάξετε ένα άρθρο για τη σχολική σας εφημερίδα στο οποίο εξηγείτε ποιες προϋποθέσεις απαιτούνται, ώστε οι νόμοι να διασφαλίζουν την κοινωνική ηρεμία και για ποιους λόγους οι νομοθέτες αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στη σύνταξη των νόμων. (500 - 600 λέξεις).
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
1. Παράγραφος
Θεματική περίοδος: Το δίκαιο δεν είναι μόνο καταστολή. Είναι και πειθώ.
Σχόλια ή αποδεικτικό υλικό:
Η καταστολή αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή του δικαίου.
Για να μπορεί το δίκαιο να ρυθμίζει αποτελεσματικά τις σχέσεις ανάμεσα στα μελή μιας κοινωνίας και τις σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος προϋπόθεση είναι η συνύπαρξη / συλλειτουργία των αυστηρών ποι­νών.
Το δίκαιο είναι και πειθώ.
·     Η επικέντρωση των νομοθετών αποκλειστικά στην πρώτη επιδίωξη, την καταστολή δείχνει αδυναμία / απροθυμία για την επίτευξη της δεύτερης.
·     Στόχος του νομοθέτη πρέπει να είναι η διαπαιδαγώγηση των πολιτών προκειμένου αυτοί να θεωρούν χρήσιμη και αναγκαία την εφαρμογή των διατάξεων του. Οι ενσυνείδητοι και πεπαιδευμένοι πολίτες σέβονται το νόμο και συναινούν.
Κατακλείδα:
Νόμοι, που βασίζουν την ισχύ τους μόνο στην απειλή και τον καταναγκασμό δεν παρέχουν εγγυήσεις για την εφαρμογή τους, αφού οι αποφασισμένοι να παρανομήσουν πολίτες θα το πράττουν, με την ελπίδα ότι δεν θα γίνουν αντιληπτοί και δεν θα τιμωρηθούν.

2. Παραγωγή κειμένου
Προϋποθέσεις για την λειτουργικότητα των νόμων
  • Η λειτουργικότητα των νόμων διασφαλίζεται, όταν οι ίδιοι μπορούν να πείθουν για την αναγκαιότητα της ύ­παρξης τους και για το περιεχόμενό τους.
·     Βασικό μέλημα η θέσπισή τους με τρόπο αδιάβλητο, που δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβήτηση του στό­χου για τον οποίο θεσπίστηκαν.
·     Επιβάλλεται να επιτρέπουν την αντιπαράθεση και την κριτική διαφοροποίηση των πολιτών από αυτούς μέ­σω των προσφυγών στα ανώτατα όργανα του κράτους.
·     Ένας νόμος είναι αναποτελεσματικός, όταν το περιεχόμενό του δεν είναι σύγχρονο με τις αντιλήψεις της ε­ποχής και τις κοινωνικές προσδοκίες.
·     Αν ο στόχος είναι η κοινωνική συνύπαρξη, τότε επιβάλλεται η αμεροληψία. Οι νόμοι θα ήταν καλό να προ­σαρμόζονται στην κοινή βούληση και όχι να εξυπηρετούν επιμέρους συμφέροντα.
·     Οι νόμοι απορρίπτονται από την λογική όταν δεν χαλιναγωγούν και δεν ελέγχουν ουσιαστικά, όταν δίνουν με ευχέρεια άφεση. Όταν είναι υπερβολικά ελαστικοί δεν πείθουν, δεν παραδειγματίζουν και δεν προλαμβάνουν.
·     Αντίθετα με τα παραπάνω είναι ανώφελο να λειτουργούν οι νόμοι με αποκλειστικό σκοπό την τιμωρία και την εκδίκηση. Απώτερος στόχος τους πρέπει να είναι ο σωφρονισμός και η πρόληψη των αδικημάτων.
·     Οι νόμοι είναι φορείς αξιών που ενεργοποιούν και ερεθίζουν την συνείδηση και την πείθουν να ακολουθεί τις βασικές αξίες του ανθρωπισμού, χωρίς να είναι απαραίτητη η επιβολή τους με δυναμικά μέσα.
·     Η περιφρούρηση των δικαιωμάτων και της ομαλότητας απαιτεί επαγρύπνηση από πλευρά των πολιτών προς το περιεχόμενο των νόμων. Ταυτόχρονα χρειάζεται υπευθυνότητα από πλευράς νομοθετών, ώστε να ελαχι­στοποιούνται οι περιπτώσεις βίαιης αντιπαράθεσης μεταξύ τους.
·     Η νομοθεσία πρέπει να στηρίζεται στη γνώση και ν' αποτελεί παράγωγο της παιδείας.
·     Η αποτελεσματικότητα των νόμων επιτυγχάνεται, όταν οι νομοθέτες αποφασίζουν με κριτήριο τα ανθρώπι­να δικαιώματα (ζωής, ελευθερίας, περιουσίας, εργασίας, πρόνοιας κ.τ.λ.).
·     Η δημοκρατία θεωρείται βασική προϋπόθεση για τη διαμόρφωση δίκαιης και αξιόλογης νομοθεσίας, αφού δύναται να συμπεριλάβει όλες τις αξίες και τις αρχές που προαναφέρθηκαν.

Σχόλιο για την φύση του νόμου – Το δύσκολο έργο του νομοθέτη
·     Κάθε πολίτης διαθέτει ξεχωριστή προσωπικότητα και επίπεδο πνευματικότητας διαφορετικά από τους άλλους και κατά συνέπεια εκλαμβάνει και επεξεργάζεται διαφορετικά το περιεχόμενο των νόμων.
·     Κανένας δεν μπορεί να διεκδικήσει το αλάθητο. Έτσι, και οι νομοθέτες μπορεί να δρουν κάποτε μεροληπτι­κά κάνοντας ανεπιτυχή εκτίμηση των συνθηκών ή ακόμα και παρασυρόμενοι από συμφέροντα κάθε είδους μπορεί να φανούν μεροληπτικοί.
·     Το πιο πάνω στοιχείο γίνεται εμφανές, καθώς οι προσδοκίες και οι επιθυμίες του συνόλου δεν εντοπίζονται εύκολα και χρειάζεται επίπονη προσπάθεια για την διερεύνησή τους.
·     Τα συμφέροντα και οι επιδιώξεις των μελών μιας κοινωνίας δεν ταυτίζονται, επομένως είναι αδύνατο οι νο­μοθέτες να αντεπεξέρχονται στο αίτημα όλων για την ικανοποίηση πολλαπλών και διαφορετικών επιδιώξε­ων και προσδοκιών.
·     Οι ρυθμοί της κοινωνικής εξέλιξης είναι έντονοι και ταχείς. Το νέο συνεχώς ανταγωνίζεται το παλιό. Οι απαιτήσεις κάθε εποχής πολλαπλασιάζονται, η μεταβολή συνεπάγεται την συχνή αλλαγή των αντιλήψεων. Εί­ναι λοιπόν φυσικό ορισμένοι νόμοι να ανατρέπονται και να αμφισβητείται η ισχύς τους ώσπου να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
·     Συχνά μέσα στην κοινωνία υπάρχουν ανταγωνισμοί συμφερόντων, που οδηγούν και πάλι στην αμφισβήτηση κάποιων σχετικών νόμων που δεν θεωρούνται γενικά αποδεκτοί.

πηγή: EΘNOΣ-ΠAIΔEIA, Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008